Αφιέρωμα: Οι “άλλοι” παγκόσμιοι πρωταθλητές της Formula 1 – Alan Jones

Σχετικά άρθρα

Επιστροφή στα άρθρα αυτής της σειράς που θυμόμαστε τους οδηγούς της Formula 1 που στέφθηκαν πρωταθλητές μία φορά στην διάρκεια της καριέρας τους. Αυτή τη φορά θα μάθουμε την ιστορία του Alan Jones.

Alan Jones

  • Πρωταθλητής F1 Σεζόν 1980
  • Αυστραλός
  • Ενεργός 1975-1981, 1983, 1985-1986
  • Συμμετοχές: 117 (116 εκκινήσεις, 12 νίκες, 6 pole, 24 βάθρα, 3 ταχύτεροι γύροι)

Γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1946 στην Μελβούρνη της Αυστραλίας και έμελλε να γίνει ο πρώτος Παγκόσμιος Πρωταθλητής της Williams και ο δεύτερος Αυστραλός στην ιστορία της F1, μετά τον τρις φορές Πρωταθλητή, Jack Brabham. Ο πατέρας του, Stan Jones, διατηρούσε αντιπροσωπεία αυτοκινήτων Holden και ασχολούνταν ερασιτεχνικά με τους αγώνες στα μέσα της δεκαετίας του 1950.

Ο Jones ο πρεσβύτερος ήταν ένας από τους καλύτερους οδηγούς σε εθνικό επίπεδο εκείνη την περίοδο, πρωταθλητής το 1958 στην Αυστραλία σε αγώνες μονοθεσίων, οδηγώντας μία Maserati 250F. Μάλιστα είχε δεχθεί προτάσεις για δοκιμές με μονοθέσια στην Ευρώπη, αλλά αρνήθηκε θέλοντας να αφοσιωθεί στην επιχείρηση και στην οικογένεια του.

Ο Alan εμπνεύστηκε από τον πατέρα του και θέλησε να ακολουθήσει τα βήματα του στον μηχανοκίνητο αθλητισμό. Στα 15 του ήταν πρωταθλητής στα kart, ενώ λίγο αργότερα συμμετείχε σε αγώνες, αρχικά με ένα Mini και στη συνέχεια με ένα μονοθέσιο Cooper του πατέρα του. Το 1967 ήρθε στην Ευρώπη αλλά δεν μπόρεσε να βρει το κεφάλαιο για την συμμετοχή του σε αγώνες Formula Ford, ενώ ταυτόχρονα ούτε ο πατέρας του μπορούσε να τον στηρίξει, χτυπημένος καθώς ήταν από την ύφεση της Αυστραλιανής οικονομίας. Επέστρεψε στην γενέτειρά του, αλλά το 1970 αναχώρησε εκ νέου για την Αγγλία, όπου μαζί με έναν συμπατριώτη του και επίδοξο οδηγό αγώνων, άνοιξαν μία επιχείρηση αγοραπωλησιών μεταχειρισμένων αυτοκινήτων. Από τα κέρδη κατάφερε να αγοράσει μία Lotus 41 (F3), την οποία ωστόσο κατέστρεψε σε δοκιμή στο Brands Hatch.

Ο Alan με τον πατέρα του Stan

Η ατυχία του δεν σταμάτησε εκεί καθώς έσπασε το πόδι του στο ατύχημα. Το 1971 αγωνίστηκε στην Βρετανική Formula 3 με μία Brabham ιδιοκτησίας του. Οι εμφανίσεις του οδήγησαν σε δοκιμές στο Silverstone με την MARCH, αλλά η συνεργασία δεν προέκυψε ποτέ. Έτσι το 1972 οδήγησε στην F3 για την Βρετανική GRD (Group Racing Developments) για την οποία συνέχισε να οδηγεί και το 1973 όπου και πέτυχε την 1η του νίκη.

Για την ακρίβεια η χρονιά πήγε τόσο καλά για τον Jones (6 νίκες), ώστε να είναι βασικός διεκδικητής του πρωταθλήματος, το οποίο και έχασε μόλις στον τελευταίο αγώνα από πρόβλημα στον κινητήρα του μονοθεσίου (πρωταθλητής αναδείχθηκε ο Tony Brise, μετέπειτα οδηγός της Embassy Hill F1). Βέβαια την ίδια χρονιά έχασε κάποιον πολύ πιο σημαντικό, τον πατέρα του, από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 51 ετών.

To 1974 βρέθηκε στην Βρετανική Formula Atlantic (4 νίκες) όπου γνώρισε τον Harry Stiller, μία γνωριμία καθοριστικής σημασίας για την καριέρα του Alan. Ο Stiller ήταν πρώην οδηγός αγώνων, δις Πρωταθλητής της Βρετανικής F3 και εκείνο το διάστημα συμμετείχε σαν ιδιωτική ομάδα σε F3, Formula Atlantic και F5000. Στα τέλη της σεζόν ο Jones έκανε ντεμπούτο στην Ευρωπαϊκή F5000, στον τελευταίο αγώνα της χρονιάς για λογαριασμό του Stiller. Η αρχική σκέψη ήταν η πλήρης συμμετοχή του Jones στο πρωτάθλημα της επόμενης χρονιάς…

Ντεμπούτο στη Formula 1 (1975)

Ωστόσο ο Stiller κατάφερε να αποκτήσει μία πρώην εργοστασιακή Hesketh 308 προκειμένου να συμμετάσχει στην F1 και για οδηγό του ήθελε τον Jones. Ο πρώτος του αγώνας ήταν το εκτός Πρωταθλήματος International Trophy στο Silverstone, όπου τερμάτισε στην 7η θέση. Βέβαια το επίσημο ντεμπούτο του θεωρείται το Ισπανικό GP (4ος αγώνας της σεζόν), όπου ο αγώνας του τελείωσε άδοξα μόλις στον 3ο γύρο, όταν πέρασε πάνω από τα λάδια που είχε αφήσει η Tyrrell του Scheckter. Δυστυχώς το “ταξίδι” του Harry Stiller στον κόσμο της F1 διήρκησε για άλλους τρείς αγώνες, αλλά ευτυχώς για τον Jones οι συγκυρίες ήταν με το μέρος του.

Στην Anderstorp (Σουηδικό Grand Prix) με την Hesketh 308

Ο Rolf Stommelen, οδηγός της Embassy Hill, είχε τραυματιστεί σε εκείνη την “μαύρη” Κυριακή του Ισπανικού GP (βλέπε άρθρο Andretti), ενώ και ο ίδιος ο Hill ήθελε να αποσυρθεί σαν οδηγός, ειδικά αφότου δεν κατάφερε να προκριθεί στο GP του Μονακό. Κάπως έτσι ο Jones βρέθηκε team-mate με τον οδηγό που του στέρησε το πρωτάθλημα στην F3, τον Tony Brise. Ο τελευταίος επιστρατεύτηκε στην Embassy Hill μετά το Μονακό σαν Νο1 οδηγός, ενώ για την θέση του Νο2 δοκιμάστηκαν και άλλοι μέχρι να καταλήξουν στον Jones.

Ο Αυστραλός αγωνίστηκε στα επόμενα 4 GP και στο τελευταίο από αυτά, στο Nurburgring, πέτυχε τους πρώτους του βαθμούς τερματίζοντας στην 5η θέση. Αν και ο Brise δεν πέτυχε κάτι καλύτερο από μία 6η θέση όλη την σεζόν, επικράτησε με 4-0 έναντι του Jones στις κατατακτήριες. Στο μεταξύ ο Stommelen είχε αναρρώσει πλήρως και επέστρεψε για τους τελευταίους 3 αγώνες, συνεπώς δεν υπήρχε χώρος για τον Jones.

1976 Team Surtees/1977 Shadow

Το 1976 ο John Surtees τον προσλαμβάνει στην ομάδα του, πλάϊ στον Αμερικανό οδηγό Brett Lunger. Το μονοθέσιο της ομάδας, η TS-19 δεν ήταν έτοιμη για τον εναρκτήριο αγώνα στο Interlagos και όταν ετοιμάστηκε για τον επόμενο αγώνα στο Kyalami, οδήγησε μόνο ο Lunger. Στον εκτός πρωταθλήματος “αγώνα των πρωταθλητών” στην πίστα Brands Hatch, ο Jones θα τερματίσει 2ος πίσω από τον James Hunt.

Ο Αυστραλός τερμάτισε στην 5η θέση σε Βέλγιο και Βρετανία και στην 4η θέση στο φινάλε της σεζόν στην Ιαπωνία. Κατάφερε να τερματίσει εκτός βαθμών σε 7 περιπτώσεις και να εγκαταλείψει σε άλλες 3, ενώ σε έναν αγώνα δεν πήρε κατάταξη καθώς τερμάτισε 10 γύρους πίσω από τον νικητή. Με 7 βαθμούς κατατάχθηκε στην 15η θέση των οδηγών. Επιβλήθηκε του team-mate του με 10-1 στις κατατακτήριες δοκιμές.

Στα έξω-αγωνιστικά, ο Jones βρέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής αλλά μάλλον για λόγους που δεν ήθελε. Ο βασικός χορηγός της ομάδας ήταν η γνωστή εταιρία προφυλακτικών Durex, πράγμα που πυροδότησε αντιδράσεις και οδήγησε το τηλεοπτικό κανάλι BBC στην απόφαση να μην μεταδόσει τους αγώνες. Παράλληλα με την F1, ο Αυστραλός συμμετείχε στην Αμερικανική F5000 όπου πέτυχε δύο νίκες, ενώ σημείωσε άλλη μία νίκη σε αγώνα Formula Libre στη Μεγάλη Βρετανία.

Αυτές του οι υποχρεώσεις έγιναν αφορμή για να έρθει σε σύγκρουση με το αφεντικό του, με τις σχέσεις των δύο αντρών να δοκιμάζονται. Στο τέλος της χρονιάς ο Alan αποφάσισε να μην ανανεώσει την συνεργασία του με την ομάδα, προτιμώντας να μείνει εκτός F1 για ένα χρόνο. Το μέλλον του στο άθλημα τέθηκε υπό αμφισβήτηση…

1976 Nurburgring. Στην περίφημη στροφή Karussell με την TS19

Επικεντρώθηκε στο να κάνει καριέρα στην Αμερική αλλά η τραγωδία της Νοτίου Αφρικής το 1977, με τον χαμό του Tom Pryce, του έδωσε την ευκαιρία να επιστρέψει στην F1 και να αγωνιστεί με την ομάδα της Shadow. Τερμάτισε 6ος στο Μονακό και 5ος στο Zolder, αλλά η μεγάλη στιγμή του δεν είχε έρθει ακόμα. Αυτή ήρθε στο βρεγμένο Osterreichring, όπου ο Jones εκκίνησε από την 14η θέση του grid και πολύ γρήγορα βρέθηκε στην 4η.

Η Shadow DN8 είχε ρυθμό και συνέχισε την ανοδική της πορεία, προσπερνώντας τις Brabham και Wolf των Stuck και Scheckter, για να ανέβει στη 2η θέση πίσω από τον πρωτοπόρο James Hunt. Από εκεί και έπειτα ο Αυστραλός ελάχιστα μπορούσε να κάνει για να δυσκολέψει τον Βρετανό, καθώς ο τελευταίος φαινόταν άπιαστος. Ωστόσο 10 γύρους πριν το φινάλε ο κινητήρας της Mc Laren έσπασε και ο Jones χωρίς δράματα έφτασε στην 1η του νίκη και μοναδική για την Shadow στην 8χρονη πορεία της στη F1. Ακολούθησε μία 3η θέση στο βάθρο στη Monza και δύο 4ες θέσεις στον Καναδά και στην Ιαπωνία και ο Jones βρέθηκε από το πουθενά στην 7η θέση της βαθμολογίας των οδηγών.

Στη Shadow βρέθηκε αντιμέτωπος με 5 διαφορετικούς team-mates, τους οποίους και κέρδισε (R.Zorzi, J.Oliver, A. Merzario, J.P. Jarier και R.Patrese). Η κάπως “τυχερή” νίκη του Alan τον έφερε στο τραπέζι των συζητήσεων με την Ferrari για την προσεχή σεζόν (1978), ωστόσο η Scuderia προτίμησε να “κλείσει” τον Gilles Villeneuve.

Με την Shadow DN8 πέτυχε την μοναδική νίκη της ομάδας

Παρόλα αυτά το ταλέντο του Jones δεν πέρασε απαρατήρητο από τον Frank Williams, ο οποίος εκείνη την περίοδο πάλευε να “ξαναχτίσει” την ομάδα του. Η φιλοδοξία του Sir Frank κέρδισε τον Jones κι έτσι έγινε το “deal”.

Williams Grand Prix Engineering

Νομίζω ότι αξίζει μία μικρή παρένθεση στην 4η εν ενεργεία παλαιότερη ομάδα του grid, η οποία πρόσφατα άλλαξε εποχή, καθώς μετά την εξαγορά της από την Dorilton Capital, η οικογένεια Williams δεν θα βρίσκεται πλέον στο “τιμόνι” της ομώνυμης ομάδας. Το ευτήχημα για την F1 αλλά και για όλους εμάς, είναι ότι οι νέοι ιδιοκτήτες θα συνεχίσουν να αγωνίζονται με το ιστορικό όνομα της ομάδας.

Η Williams εκείνη την περίοδο δεν θύμιζε καθόλου την ομάδα που πρωταγωνίστησε την δεκαετία του ’90. Η αρχική ομάδα λεγόταν “Frank Williams Racing Cars” και έκανε το ντεμπούτο της το 1969 με μία πελατειακή Brabham BT26A στα χέρια του Piers Courage. Ο Βρετανός οδηγός ανέβηκε δύο φορές στο 2ο σκαλί του βάθρου στο Μονακό και στο Watkins Glen (ΗΠΑ). Αυτή η προσπάθεια δεν άφησε ασυγκίνητο τον Ιταλό κατασκευαστή σπορ αυτοκινήτων, De Tomaso, ο οποίος κατασκεύασε ένα σασί για την Williams για το 1970.

Δυστυχώς το μονοθέσιο δεν ήταν ανταγωνιστικό, ενώ επιπλέον έγινε η παγίδα θανάτου για τον Piers Courage στο Ολλανδικό gp, όταν από αστοχία της ανάρτησης ή του τιμονιού κατέληξε εκτός πίστας σε ένα ανάχωμα με αποτέλεσμα να τυλιχθεί στις φλόγες. Ο Frank ήταν πολύ φίλος με τον Piers, πράγμα που τον οδήγησε στο να είναι αποστασιοποιημένος από τους οδηγούς του στο μέλλον.

Το 1971 η ομάδα αγωνίστηκε με March 701 και 711, με μόνα αποτελέσματα μία 4η και μία 6η θέση. Ταυτόχρονα τα οικονομικά της ομάδας ήταν σε κακή κατάσταση. Το 1972 με στήριξη από την Γαλλική εταιρεία πετρελαιοειδών Motul, η ομάδα αγόρασε μία νέα March, την 721. Παράλληλα με κεφάλαια του Ιταλού κατασκευαστή παιχνιδιών, Politoys, εξελίχθηκε ένα καινούριο σασί με κωδικό FX3, που φιλοδοξούσε να καθιερώσει την ομάδα ως κατασκευαστή.

Το 1973 Motul και Politoys απέσυραν την οικονομική τους στήριξη και η Williams συνεργάστηκε με γνωστή καπνοβιομηχανία, αλλά και τον Ιταλό κατασκευαστή αυτοκινήτων Iso (γνωστό για την αρχική κατασκευή του Isetta). Η FX3 αναθεωρήθηκε στην B-spec έκδοσή της, ωστόσο η αλλαγή των κανονισμών παραμόρφωσης (κατά την σύγκρουση του μονοθεσίου) τον Απρίλη του ’73 την καθιστούσαν πλέον ακατάλληλη, με αποτέλεσμα να χρησιμοποιηθεί μόνο στα πρώτα 3 GP.

Η ομάδα χρειαζόταν ένα νέο μονοθέσιο και ο John Clarke, πρώην σχεδιαστής της March, σχεδίασε την Iso IR01 (Iso-Rivolta), με την Iso να μην συμμετέχει καθόλου στην σχεδίαση ή την εξέλιξη του μονοθεσίου. Το 1974 και το 1975 το μονοθέσιο άλλαξε το όνομα του σε Iso FW (Frank Williams) 01, 02 και 03. Με το τελευταίο ο Arturo Merzario τερμάτισε 4ος στην Monza το 1974. Το 1975 παρουσιάστηκε η Williams FW 04, το πρώτο μονοθέσιο που έφερε το όνομα του ιδρυτή της ομόνυμης ομάδας.

Με την 04 ο Jacques Laffite ανέβηκε στο 2ο σκαλί του βάθρου στο Nurburgring εκείνης της σεζόν, ισοφαρίζοντας την επίδοση του Courage το 1969. Παρά το ανέλπιστο αποτέλεσμα, η ομάδα εξακολουθούσε να πονάει στα οικονομικά της και συχνά αναγκαζόταν να προσλάβει οδηγούς αμφιβόλου ικανότητας, οι οποίοι ωστόσο έφερναν μαζί τους χορηγούς. Η κοινοπραξία με τον Walter Wolf το ’76 (βλ. άρθρο Jody Scheckter) ανάγκασε τον Frank Williams να φύγει και να ξεκινήσει από το μηδέν. Το 1977 έγινε η νέα αρχή με μία πελατειακή March 761. Η ομάδα δεν σκόραρε κανένα βαθμό και ο καλύτερος τερματισμός της ήταν μία 7η θέση.

1978 Williams

Η απλή και ελαφριά FW06 με τον συνήθη ύποπτο Cosworth DFV στην πλάτη της, ήταν η πρώτη δημιουργία του Patrick Head και η ομάδα θα συμμετείχε με μόνο ένα μονοθέσιο. Στον 3ο αγώνα της σεζόν, στο GP Ν.Αφρικής, ήρθε το πρώτο ενθαρρυντικό αποτέλεσμα με τον Jones να τερματίζει 4ος. Στο επόμενο GP ο A.J. (όπως τον αποκαλούσαν στην Williams) νίκησε στην εκκίνηση τους Hunt και Peterson και βρέθηκε 6ος.

Με τον Sir Frank Williams

Στη συνέχεια απείλησε τον Andretti, τον οποίο πέρασε στον 19ο γύρο. Εκμεταλλευόμενος τις αποσύρσεις των Watson, Lauda και Villeneuve βρέθηκε στην 2η θέση και κυνήγησε τον πρωτοπόρο Reutemann. Γύρο με το γύρο ο Αυστραλός είχε φτάσει τον Αργεντινό, αλλά η Ferrari ήταν πολύ γρήγορη στις ευθείες. Στον 43ο γύρο με τον Jones κολημμένο στην ουρά της Ferrari, τμήμα της εμπρός πτέρυγας της Williams κατέρρευσε.

Ο Jones συνέχισε, αλλά έχανε χρόνο, ενώ σύντομα αντιμετώπισε μεγαλύτερο πρόβλημα με την πίεση καυσίμου, με αποτέλεσμα να τερματίσει στην 7η θέση. Ωστόσο πέτυχε τον ταχύτερο γύρο του αγώνα. Τερμάτισε 5ος στο Γαλλικό GP και ανέβηκε στο 2ο σκαλί του βάθρου στο Watkins Glen, πετυχαίνοντας το πρώτο podium της Williams. Τερμάτισε στην 11η θέση των οδηγών με 11 βαθμούς, με την Williams να καταλαμβάνει την 9η θέση στους κατασκευαστές. Ταυτόχρονα με την F1 ο A.J. συμμετείχε με την ομάδα της Haas στο πρωτάθλημα Can-Am το οποίο και κατέκτησε.

1979

Την επόμενη σεζόν η ομάδα “κατέβασε” δύο μονοθέσια, επιστρατεύοντας τον πολύπειρο Clay Regazzoni για το δεύτερο αυτοκίνητο. Αρχικά χρησιμοποιήθηκε η περσινή 06, η οποία στην εποχή του ground effect είχε χάσει πλέον τη δυναμική της. Ωστόσο στην τελευταία της εμφάνιση, στα χέρια του A.J. στο Long Beach των ΗΠΑ, ανέβηκε στο 3ο σκαλί του βάθρου πίσω από τις Ferrari των Villeneuve και Scheckter. Στο Ισπανικό GP (4ο αγώνα της σεζόν) έκανε το ντεμπούτο της η FW 07, το πρώτο ground effect μονοθέσιο της ομάδας. Για τη δημιουργία της μελέτησαν την Lotus 79, ενώ οι δοκιμές έγιναν στην ίδια αεροδυναμική σήραγγα που είχε χρησιμοποιήσει η Lotus.

Δεν έλειψαν τα προβλήματα “νεότητας” με τον Jones να εγκαταλείπει σε 3 συνεχόμενα gp, ενώ και ο Regazzoni εγκατέλειψε σε μία περίπτωση. Σε ένα από αυτά, στο Μονακό (7ο gp), o Jones που βρισκόταν στην 3η θέση, κατάφερε μέσα σε 10 γύρους να μειώσει τη διαφορά των 10sec. από τις δύο Ferrari και να ακολουθήσει το ρυθμό τους για 11 γύρους, πριν ακουμπήσει τον εμπρός δεξί τροχό της 07 στις μπαριέρες, αχρηστεύοντας έτσι το σύστημα διεύθυνσης. Ωστόσο με την προσπάθεια του και μάλιστα κόντρα στη Ferrari, σκόρπισε χαμόγελα στους Σαουδάραβες χορηγούς της ομάδας (Saudi Arabian Airlines), οι οποίοι “αποζημιώθηκαν” από την 2η θέση που πέτυχε τελικά ο Regazzoni μετά την εγκατάλειψη του Villeneuve.

Στο μεταξύ ο Patrick Head είχε κατανοήσει πλήρως τις αρχές του ground effect και προέβη σε κάποιες αλλαγές στην αεροδυναμική της 07, διορθώνοντας έτσι τις ατέλειες. Το αποτέλεσμα μεταφράστηκε σε pole position στο Silverstone (9ο gp), πρώτη για τον Jones αλλά και για την Williams. Ο χρόνος που πέτυχε ήταν 6,6sec. κάτω από τον χρόνο της Mc Laren M26 του James Hunt το 1977, πράγμα που αποδείκνυε πόσο ταχύτερα είχαν γίνει τα μονοθέσια μέσα σε μόλις δύο χρόνια. Στον αγώνα ο Αυστραλός πήγαινε για μία άνετη νίκη, αλλά 20 γύρους πριν το τέλος μία αντλία νερού τα χάλασε όλα.

Με τον αρχισχεδιαστή της ομάδας, Patrick Head

Ωστόσο τίποτα δεν είχε χαθεί για την Williams, καθώς ο Regazzoni κατάφερε να φέρει την 2η FW 07 πρώτη στην γραμμή του τερματισμού, χαρίζοντας στην Βρετανική ομάδα την πρώτη της νίκη. Ακολούθησε το Hockenheim και αυτή την φορά τίποτε δεν μπόρεσε να στερήσει τη νίκη από τον A.J., που μαζί με τον team-mate του χάρισαν στην Williams το παρθενικό της 1-2, επίδοση που ανέβασε την ομάδα στην 3η θέση της βαθμολογίας των κατασκευαστών. Jones και Williams βρίσκονταν σε φόρμα και κέρδισαν σε Αυστρία και Ολλανδία, με τον Αυστραλό να φτάνει τις 3 και την ομάδα τις 4 σερί νίκες αντίστοιχα.

Με τρεις αγώνες να απομένουν για την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος, ο A.J. είχε αναρριχηθεί στην 3η θέση της βαθμολογίας. Ακολούθησε μία αδιάφορη 9η θέση στην Monza, αλλά στον Καναδά ο Alan πέτυχε την pole, τον ταχύτερο γύρο αλλά και τη νίκη. Ωστόσο στην πράξη ο Αυστραλός δεν θα μπορούσε να γίνει Πρωταθλητής, λόγω του τότε ισχύοντος βαθμολογικού συστήματος (βλέπε άρθρο Jody Scheckter).

Το βέβαιο είναι ότι με το σύστημα βαθμολογίας του ’78, με λίγη περισσότερη τύχη στο Silverstone και με μία νίκη στο κλασικά τελευταίο GP στο Watkins Glen, ο A.J. θα γινόταν παγκόσμιος πρωταθλητής με έναν βαθμό παραπάνω από τον Jody Scheckter. Για την ιστορία αλλά και για να ενισχύσω τον συλλογισμό μου, ο A.J. πέτυχε στο Glen την pole, όντας 1,3sec. πιο γρήγορος από τον 2ο Piquet, ενώ ήταν πρωτοπόρος του αγώνα, έχοντας περάσει τον Villeneuve και έχοντας ένα “παραθυράκι” +40sec για το pit stop του. Δυστυχώς στα pits τα πράγματα πήγαν στραβά, καθώς ο ένας τροχός δεν κούμπωσε καλά με αποτέλεσμα να φύγει απο το μονοθέσιο, κάτι που οδήγησε σε εγκατάλειψη.

Αναμφισβήτητα ο Αυστραλός είχε βάλει την Williams στον χάρτη της Formula 1, μετατρέποντάς την από αμελητέα ποσότητα, σε διεκδικητή του παγκοσμίου πρωταθλήματος. Μόλις στον 3ο χρόνο συμμετοχής της η Βρετανική ομάδα “γκαραζιέρηδων”, όπως συνήθιζε να αποκαλεί ο Enzo Ferrari τις μικρές ομάδες που δεν κατασκεύαζαν δικούς τους κινητήρες, βρέθηκε στην 2η θέση των κατασκευαστών.

Σημείωση: Με σκορ 15-0 επιβλήθηκε ο A.J. του team-mate του Clay Regazzoni στις κατατακτήριες δοκιμές.

1980 Παγκόσμιος Πρωταθλητής

Αλλάζουμε δεκαετία και περνάμε στα 80ies. Ο Carlos Reutemann θα ήταν ο νέος team-mate του A.J. ενώ η FW 07 αναβαθμίστηκε στην B-spec εκδοχή της. Εναρκτήριος αγώνας ήταν το GP Αργεντινής και ο Αυστραλός βρισκόταν στην pole. Στον αγώνα παρέμεινε στην κορυφή μέχρι τον 17ο γύρο, όταν και ο κινητήρας του υπερθερμάνθηκε, πιθανόν από μία έξοδο που είχε νωρίτερα στο γρασίδι, αναγκάζοντάς τον να μπει στα pits. Επέστρεψε στην πίστα 4ος πίσω από τους Laffite, Piquet και Villeneuve.

Ο Αυστραλός πίεσε τον Γαλλο-Καναδό και κατάφερε να περάσει μπροστά του στην 3η θέση. Στη συνέχεια πέρασε τον Piquet και στον 30ο γύρο τον Laffite, κερδίζοντας τον αγώνα με διαφορά +24sec από τον δεύτερο. Στην 6η θέση τερμάτισε στο ντεμπούτο του ένας Γάλλος ονόματι Alain Prost με Mc Laren. Ο A.J. έκανε το hat-trick του αγώνα καθώς σημείωσε και τον ταχύτερο γύρο.

Παρόλο που η F1 μετρούσε 30 χρόνια ζωής, η ασφάλεια των αγώνων και σε κάποιες περιπτώσεις ο επαγγελματισμός, εξακολουθούσε να βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα. Το Βραζιλιάνικο GP ήταν προγραμματισμένο να λάβει χώρα στο Rio στην πίστα Jacarepagua, καθώς το πιο παραδοσιακό Interlagos είχε επικριθεί για τα χαμηλά του στάνταρ ασφαλείας. Ωστόσο προέκυψαν προβλήματα στo Rio, με καθιζήσεις στον ασφαλτοτάπητα της πίστας και δεν έμενε άλλη επιλογή από το Interlagos, γεγονός που προκάλεσε δυσαρέσκεια στην πλειοψηφία των οδηγών.

Παρόμοια προβλήματα με τον ασφαλτοτάπητα υπήρξαν και στην Αργεντινή, κάνοντας τους διοργανωτές να φαίνονται τουλάχιστον ερασιτέχνες. Στα αγωνιστικά, το μεγάλο υψόμετρο έδωσε το πλεονέκτημα στην υπερτροφοδοτούμενη Renault και ο Jabouille κατέκτησε την pole. Στον αγώνα εγκατέλειψε στον 26ο γύρο, αλλά πίσω του βρισκόταν ο team-mate του, Rene Arnoux, ο οποίος περνώντας στην 1η θέση πήρε την παρθενική του νίκη και την 2η της Γαλλικής ομάδας +21sec από τον 2ο Elio de Angelis της Lotus, με τον A.J. να συμπληρώνει το βάθρο.

Η F1 εξακολουθούσε να είναι επικίνδυνο σπορ, καθώς στις κατατακτήριες δοκιμές του GP Ν.Αφρικής τραυματίστηκαν οι Alain Prost και Marc Surer με αποτέλεσμα να απουσιάζουν από τον αγώνα. Η Renault κυριάρχησε στις κατατακτήριες κάνοντας το 1-2 και μάλιστα αφήνοντας στην 3η θέση τον Piquet σχεδόν 2sec πίσω. Η Γαλλική ομάδα με τον turbo κινητήρα της “έδειχνε” τον δρόμο που σύντομα θα ακολουθούσε η F1. Στον αγώνα ο Arnoux πήρε τη 2η νίκη του και πλέον φιγουράριζε 1ος στη βαθμολογία. Το βάθρο ήταν πλήρως Γαλλικό με τους Laffite και Pironi με Ligier στην 2η και 3η θέση αντίστοιχα.

Η συνέχεια δώθηκε στο Long Beach των ΗΠΑ, με τον Nelson Piquet να θέτει σοβαρή υποψηφιότητα για τον τίτλο παίρνοντας την παρθενική του νίκη και πετυχαίνοντας το 1ο του grand slam (pole, νίκη, ταχ. γύρο και πρωτοπόρος σε όλους τους γύρους του αγώνα). Ο A.J. βρισκόταν στη 2η θέση αλλά εγκατέλειψε μετά από επαφή, με την Alfa Romeo του Giacomelli, στην προσπάθεια του να ντουμπλάρει τον Ιταλό. Στον 50ο γύρο το αίμα των θεατών πάγωσε, όταν η Ensign του Clay Regazzoni υπέστη αστοχία φρένων και καρφώθηκε με περισσότερα από 240 χλμ./ώρα στην σταθμευμένη Brabham του Ricardo Zunino, που είχε εγκαταλείψει στον 1ο γύρο του αγώνα. Ο Clay υπέστη σοβαρούς τραυματισμούς, με αποτέλεσμα να μείνει παράλυτος από την μέση και κάτω. Με αυτό τον άδοξο τρόπο, έπεσαν οι τίτλοι τέλους της δεκαετούς καριέρας του Ελβετού.

Σειρά είχαν οι Ευρωπαϊκοί αγώνες και στο Zolder του Βελγίου o Didier Pironi με Ligier πήρε την 1η νίκη της καριέρας του με διαφορά +47sec από τον Jones. Ο Reutemann συμπλήρωσε το βάθρο. Ήταν ο πρώτος αγώνας στον οποίο οι ομάδες δεν είχαν στην διάθεση τους τα ειδικά ελαστικά κατατακτηρίων δοκιμών, καθώς απαγορεύθηκαν από την FISA. Τα συγκεκριμένα ελαστικά παρείχαν μέγιστο κράτημα για 1-2 γύρους με στόχο την επίτευξη του καλύτερου δυνατού χρόνου. Ο Pironi πήρε την pole στο Πριγκηπάτο, έχοντας πίσω του τον Reutemann και τον Jones. Στον αγώνα ο Αυστραλός πέρασε γρήγορα τον Αργεντινό, αλλά στον 24ο γύρο εγκατέλειψε από αστοχία διαφορικού. Ο Reutemann πέρασε ξανά 2ος και στον 55ο γύρο πήρε την πρωτοπορία, μετά την εγκατάλειψη του Pironi. Ήταν ο 5ος διαφορετικός νικητής σε 6 αγώνες και η βαθμολογία είχε διαμορφωθεί ως εξής: Piquet 22, Arnoux 21, Jones 19, Pironi 17 και Reutemann 15. To highlight του αγώνα ήταν η εντυπωσιακή “πιρουέτα” του Derek Daly στην 1η στροφή του 1ου γύρου.

Η συνέχεια δόθηκε στην Ισπανία όπου ο Reutemann εκκίνησε πολύ καλά από την 4η θέση και βρέθηκε 1ος. Πίσω από τον Αργεντινό βρισκόταν ο A.J. και ο Laffite, που ήταν και ο poleman του αγώνα. Στον 13ο γύρο μία κακή αλλαγή ταχυτήτων έριξε τον Jones στην 5η θέση, ενώ στον 35ο οι Reutemann και Laffite, στην προσπάθεια τους να ντουμπλάρουν ένα πιο αργό μονοθέσιο, βγήκαν εκτός μάχης μετά από επαφή και των τριών μονοθεσίων.

Στο υψηλότερο σκαλί του βάθρου με τους Piquet και Keke Rosberg

Ως εκ τούτου ο Piquet πέρασε μπροστά με τους Pironi και Jones πίσω του, αλλά η τύχη εγκατέλειψε τον Βραζιλιάνο στον 42ο γύρο, όταν το κιβώτιο ταχυτήτων της Brabham καταστράφηκε. 15 γύρους πριν το τέλος ο Pironi με Ligier οδηγούσε τον αγώνα, όταν ξαφνικά παρατήρησε μία ταλάντωση στον μπροστινό τροχό. Κατάφερε να κόψει ταχύτητα πριν ο τροχός φύγει από το μονοθέσιο παραδίδοντας έτσι την νίκη στον A.J.

Ο “πόλεμος” των Fisa-Foca

Ωστόσο την επομένη του αγώνα η FIA πραγματοποίησε έκτακτη συνεδρίαση, όπου αποφασίστηκε ότι ο αγώνας στην Jarama δεν θα προσμετρούσε στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Να σημειωθεί ότι οι μεγάλες εργοστασιακές ομάδες: Ferrari, Renault και Alfa Romeo καθότι προσκείμενες στην FISA δεν συμμετείχαν στον αγώνα. Αυτό ήταν το πρώτο επεισόδιο της διαμάχης μεταξύ της FISA, της διοργανώτριας αρχής του σπορ και θυγατρικό τμήμα της FIA, με την FOCA, της ένωσης των ανεξάρτητων κατασκευαστών.

Σημειώνεται ότι από τις 15 ομάδες που συμμετείχαν τότε, οι 12 ήταν μέλη της FOCA. Αιτία της διαμάχης ήταν η δυσαρέσκεια της FOCA στον τρόπο με τον οποίο η FISA χειρίστηκε τις εμπορικές πτυχές του σπορ, συμπεριλαμβανομένης και της κατανομής των εσόδων στις Ομάδες. Επιπλέον η Ένωση θεωρούσε ότι η διοργανώτρια Αρχή μεροληπτεί σε βάρος των Ομάδων-μελών της χειραγωγώντας τους κανονισμούς του σπορ υπέρ των “μεγάλων” ομάδων.

Η βαθύτερη αιτία ήταν ποια από τις δύο θα ελέγχει την F1. Βασικοί πρωταγωνιστές ήταν: ο Πρόεδρος της FISA, Jean-Marie Balestre (αν έχεις δει το ντοκυμαντέρ “Senna” ξέρεις τι συμπαθητική φατσούλα ήταν), ο Bernie Ecclestone, τότε Πρόεδρος της FOCA και ιδιοκτήτης της Brabham και ο Max Mosley, τότε νομικός σύμβουλος της FOCA και της Brabham και μετέπειτα Πρόεδρος της FIA.

Πως και πότε ξεκίνησε όλο αυτό; Κατά μία εκδοχή μετά την έλευση του ground effect από την Lotus. Η FISA ήθελε να το απαγορεύσει, με την δικαιολογία ότι ήταν επικίνδυνο. Παράλληλα η Ferrari, η οποία διατηρούσε άριστες σχέσεις με την FISA, δεν μπορούσε να αξιοποιήσει το ground effect όσο χρησιμοποιούσε τον φαρδύ επίπεδο 12κύλινρο κινητήρα της. Στο πλαίσιο αυτής της διαμάχης η FOCA παρέσυρε τους οδηγούς των ομάδων της να απέχουν από τα briefings των οδηγών στο Βέλγιο και στο Μονακό, με αποτέλεσμα η FISA να τους τιμωρήσει με πρόστιμο 2.000 δολαρίων. Όταν αυτό δεν εξοφλήθη, η FISA απείλησε με αναστολή των αγωνιστικών αδειών των οδηγών.

Σε απάντηση η FOCA απείλησε με μαζική απόσυρση των ομάδων-μελών της από τον αγώνα. Οι διοργανωτές του Ισπανικού GP φοβούμενοι την μη διεξαγωγή του αγώνα, προσφέρθηκαν να πληρώσουν τα πρόστιμα για λογαριασμό των οδηγών, κάτι που η FISA αρνήθηκε. Χρειάστηκε η παρέμβαση του Βασιλιά Ισπανική Ομοσπονδία Μηχανοκίνητου Αθλητισμού και την FISA.

Ακολούθησε το Γαλλικό GP στο Paul Ricard, πριν την διεξαγωγή του οποίου τα δύο αντίπαλα “στρατόπεδα” ήρθαν σε συμφωνία κι έτσι ο αγώνας θα προσμετρούσε κανονικά στο πρωτάθλημα. Στις 6 πρώτες θέσεις της εκκίνησης βρίσκονταν τα μονοθέσια των: Ligier, Renault και Williams, με τον Laffite στην pole και άλλους 2 Γάλλους οδηγούς να ακολουθούν με Γαλλικά μονοθέσια.

Στον αγώνα ο Laffite φαινόταν να βρίσκεται σε δική του κλάση, ενώ πίσω του ο Jones (που εκκίνησε 4ος) έχοντας περάσει τους Pironi και Arnoux, απειλούσε πλέον τον πρωτοπόρο που βρισκόταν +8sec μπροστά. Στον 35ο γύρο κι ενώ τα ελαστικά του Laffite είχαν φθαρεί, ο A.J. πέρασε μπροστά κατακτώντας μία νίκη που τον έφερε στην κορυφή της βαθμολογίας, 3 βαθμούς μπροστά από τον Piquet. Ότι στερήθηκε ο Αυστραλός στην Ισπανία το πήρε τελικά στη Γαλλία.

Σημείωση: Ήταν η τελευταία εμφάνιση της Shadow, η οποία πουλήθηκε στον επιχειρηματία Teddy Yip. Η Theodore Racing θα την αντικαταστούσε την επόμενη χρονιά.

Στο Brands Hatch στη Μ.Βρετανία, για 3η συνεχόμενη φορά, μία Ligier βρισκόταν στην pole. Ο Didier Pironi σημείωσε χρόνο ταχύτερο κατά 5,8sec από το προηγούμενο GP στην Βρετανική πίστα το 1978. Στον αγώνα ο Γάλλος βρισκόταν με άνεση στην 1η θέση, μέχρι που υπέστη κλατάρισμα στον 19ο γύρο. Το πολύ αργό pit stop που ακολούθησε, ήταν απλά το κερασάκι στην τούρτα για τον Γάλλο. Ο Laffite, που είχε εκκινήσει 2ος πέρασε επικεφαλής του αγώνα, αλλά αντιμετώπισε το ίδιο πρόβλημα με τον team-mate του και στον 31ο γύρο κατέληξε εκτός πίστας αλλά και εκτός αγώνα. Κάπως έτσι ο Jones, που είχε εκκινήσει 3ος, βρέθηκε στην 1η θέση και πήρε τη νίκη +11sec από τον 2ο Piquet με τον Reutemann να συμπληρώνει το βάθρο.

Ο A.J. προηγούταν έξι βαθμούς από τον Piquet όταν η F1 μεταφέρθηκε στο Hockenheimring για το Γερμανικό GP. Ο αγώνας θα διεξαγόταν υπό το βάρος της απώλειας του Patrick Depailler, ο οποίος 9 μέρες πριν έχασε την ζωή του σε δοκιμές στην Γερμανική πίστα.

Η Alfa Romeo του Γάλλου υπέστη αστοχία στην ανάρτηση και κατέληξε με μεγάλη ταχύτητα στις μπαριέρες, προκαλώντας θανάσιμες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις στον 35χρονο οδηγό.

Στην pole βρισκόταν για 3η φορά στη σεζόν ο Jones, μόλις +0,04sec από την Renault του Jabouille. Η Γαλλική ομάδα ήταν το φαβορί στο συγκεκριμμένο GP και ο Jabouille πέρασε τον Αυστραλό πολύ σύντομα στον 1ο γύρο. Στον 26ο και 27ο γύρο οι δύο Renault εγκατέλειψαν διαδοχικά με πρόβλημα στον κινητήρα και ο Jones πέρασε 1ος με τους Laffite και Reutemann να ακολουθούν. Ενα pit-stop έριξε τον A.J. στην 3η θέση και παρόλο που προσπάθησε να ανέβει υψηλότερα δεν τα κατάφερε τερματίζοντας πίσω από τον Laffite και τον Reutemann.

Στο Osterreichring οι Renault έκαναν το 1-2 στις κατατακτήριες με τον Jones να καταλαμβάνει την 3η θέση. Στην εκκίνηση ο Αυστραλός νίκησε τον Arnoux, ωστόσο σύντομα ο Γάλλος πήρε τη θέση του πίσω στον 3ο γύρο. Η 1η θέση άλλαξε ξανά χέρια στον 21ο γύρο, όταν ο Arnoux μπήκε στα pits για αλλαγή ελαστικών με τον Jabouille να αναλαμβάνει την πρωτοπορία. Ο Γάλλος πέτυχε τη 2η και τελευταία του νίκη +0,8sec μπροστά από τον A.J.

Σειρά είχε το Zandvoort με την Renault να βρίσκεται ξανά στο 1-2. Ακολουθούσαν οι Williams με Reutemann και Jones. Ο Αυστραλός έκανε την καλύτερη εκκίνηση και περνώντας τον Arnoux από την εξωτερική στη στροφή Tarzan, πέρασε στην 1η θέση. Ωστόσο σύντομα μόλις στον 2ο γύρο επισκέφθηκε τα pits, καθώς από δικό του λάθος “πλήγωσε” τα πλαϊνά skirts της Williams. Ο αγώνας του A.J. είχε ουσιαστικά τελειώσει (τερμάτισε τελευταίος στην 11η θέση). Στο μεταξύ ο Piquet που είχε εκκινήσει από την 5η θέση πέρασε σταδιακά τους Villeneuve, Arnoux και Laffite και στον 13ο γύρο ήταν πρωτοπόρος του αγώνα. 59 γύρους αργότερα πήρε τη 2η νίκη του στη σεζόν +12 sec μπροστά από τον Arnoux. Πλέον ο “ήρωας” μας ένοιωθε καυτή την ανάσα του Βραζιλιάνου στο σβέρκο του, καθώς η διαφορά ήταν στους δύο βαθμούς.

Ατύχημα για Jones στις κατατακτήριες του Zandvoort

Επόμενος σταθμός ήταν το Ιταλικό gp, που για πρώτη φορά στην ιστορία της F1 δεν θα διεξαγόταν στην Monza αλλά στην Imola, καθώς στο “ναό της ταχύτητας” εκτελούνταν εργασίες ανακαίνισης. Δεν αποτέλεσε έκπληξη το “κλείδωμα” της 1ης σειράς της εκκίνησης από την Renault. Στον αγώνα ο Piquet πέρασε διαδοχικά τα δύο Γαλλικά μονοθέσια και στον 4ο γύρο τέθηκε επικεφαλής, μην μπορώντας κανένας να τον απειλήσει.

Ο Jones, ο οποίος έπεσε μέχρι και την 7η θέση, κατάφερε να τερματίσει 2ος έχοντας περάσει τις δύο Renault, σχεδόν μισό λεπτό πίσω από την Brabham, ακολουθούμενος από τον team-mate του. Ο Piquet με τη 2η σερί του νίκη πέρασε μπροστά με +1 βαθμό στην κατάταξη με δύο αγώνες να απομένουν.

Επικρατούσε ενθουσιασμός στο Καναδικό GP λόγω του ενός βαθμού που χώριζε τους Piquet και Jones. Οι δύο διεκδικητές του Πρωταθλήματος κατέλαβαν τις πρώτες δύο θέσεις της εκκίνησης με τον Βραζιλιάνο στην pole. Στον αγώνα οι δυό τους έφυγαν δίπλα-δίπλα με το ρύγχος της Williams να προηγείται ελάχιστα μπροστά από αυτό της Brabham.

Ο Piquet είχε την εσωτερική, αλλά κανένας από τους δύο δεν σήκωσε το πόδι από το γκάζι με αποτέλεσμα να υπάρξει επαφή, με τον Jones να συνεχίζει αλλά με τον Piquet να καταλήγει σε τετ-α-κε, έχοντας ακουμπήσει πριν τον τοίχο. Οχτώ μονοθέσια ενεπλάκησαν στο συμβάν και ο αγώνας διεκόπη. Στην επανεκκίνηση ο A.J. πήρε την πρωτοπορία αλλά στον 3ο γύρο πέρασε μπροστά ο Piquet.

Ο Βραζιλιάνος “πετούσε” καθώς το εφεδρικό μονοθέσιο που οδηγούσε μετά την επανεκκίνηση, φορούσε τον “τσιτωμένο” κινητήρα των κατατακτηρίων. Ωστόσο η διάρκεια ζωής αυτών των κινητήρων ήταν μερικοί γρήγοροι γύροι και όχι για να βγάλουν ολόκληρο αγώνα κι έτσι στον 23ο γύρο ο Cosworth DFV παρέδωσε πνεύμα. Ο Jones πέρασε ξανά 1ος και παρόλο που δεν κατάφερε να πάρει τη νίκη, έφυγε με τους 9 βαθμούς από τον Καναδά, καθώς ο νικητής του αγώνα, ο Didier Pironi, τιμωρήθηκε με ποινή 60sec για άκυρη εκκίνηση.

Η υπόθεση πρωτάθλημα είχε τελειώσει υπέρ του Jones και της Williams, καθώς ακόμα κι αν κέρδιζε ο Piquet στο Watkins Glen, με τον Jones να μην καταφέρει καν να τερματίσει, ο Αυστραλός θα κέρδιζε και πάλι με +1 βαθμό.

Paul Ricard 1980

Καθαρά για εγκυκλοπαιδικούς λόγους θα αναφερθώ στο τελευταίο GP στο Watkins Glen, που έμελλε να είναι το τελευταίο στη συγκεκριμένη πίστα, βάζοντας τέλος σε μία παράδοση που ξεκίνησε το 1961. Η Alfa Romeo έκανε την έκπληξη παίρνοντας την 1η της pole position από το 1951, ενώ θα ήταν και η μοναδική του Bruno Giacomelli σε σύνολο 69 αγώνων.

Στην εκκίνηση ο Ιταλός κράτησε τη θέση του, ενώ πίσω του βρέθηκε ο πρωταθλητής πλέον Jones, ο οποίος εκκίνησε πολύ καλά από την 5η θέση. Ωστόσο ο Αυστραλός δεν κατάφερε να κρατηθεί στην 1η στροφή και βγήκε εκτός στο γρασίδι, με αποτέλεσμα να πέσει τουλάχιστον 10 θέσεις πίσω. Γύρο με το γύρο ο Jones κέρδιζε το χαμένο έδαφος και στον 7ο γύρο μαχόταν για την 7η θέση.

Σύντομα πέρασε τους de Angelis και Pironi και βρέθηκε πίσω από τον team-mate του, Carlos Reutemann, στην 3η θέση και στον 30ο γύρο κατάφερε να περάσει μπροστά. O Giacomelli βρισκόταν 12sec μπροστά αλλά στον 32ο γύρο τα ηλεκτρικά της Alfa πρόδωσαν τον Ιταλό. Κάπως έτσι ο Jones έφτασε στην 5η του νίκη στη σεζόν, έξι αν υπολογίσουμε και την Ισπανία. Με σκορ 9-6 επιβλήθηκε του team-mate του Carlos Reutemann.

Ήταν ο τελευταίος αγώνας για τους πρωταθλητές Emerson Fittipaldi και Jody Scheckter.

Σαράντα μέρες μετά την ολοκλήρωση του πρωταθλήματος ο A.J. συμμετείχε στο GP Αυστραλίας, τον τελευταίο αγώνα του τοπικού πρωταθλήματος, στο οποίο μπορούσαν να συμμετάσχουν μονοθέσια F1, F5000 και Formula Pacific. Ο αγώνας μετατράπηκε σε φιέστα του Πρωταθλητή στην ιδιαίτερη πατρίδα του, καθώς πέτυχε την pole, τη νίκη και τον ταχύτερο γύρο. Ο Αυστραλός έδωσε σκληρή μάχη με την Alfa του Bruno Giacomelli, το μόνο άλλο μονοθέσιο F1 που συμμετείχε στον αγώνα και κατάφερε να κερδίσει τον Ιταλό αφήνοντάς τον ένα γύρο πίσω. Προφανώς ήταν μία συγκινητική στιγμή για τον ίδιο, καθώς ο πατέρας του είχε κερδίσει τον συγκεκριμένο αγώνα το 1959.

1981 Fisa VS Foca Μέρος 2ο. Jones Vs Reutemann

Για το 1981 η FISA απαγόρευσε τα κινούμενα skirts στα μονοθέσια, ενώ επιπλέον όρισε τα 6 εκ. ως ελάχιστη απόσταση από το έδαφος, προκειμένου να μειωθεί η παραγόμενη κάθετη δύναμη, με πρόσχημα πάντοτε την ασφάλεια. Όπως ήταν αναμενόμενο η FOCA αντέδρασε απειλώντας να στήσει δικό της πρωτάθλημα. Θύμα αυτής της διαμάχης έπεσε ο εναρκτήριος αγώνας στο Kyalami, ο οποίος μετά την άρνηση των διοργανωτών σε αίτημα της FISA για αλλαγή της ημερομηνίας διεξαγωγής, έμεινε εκτός του επίσημου προγράμματος αγώνων.

Ο Ecclestone θέλοντας να κάνει την απειλή του πράξη, έπεισε τους διοργανωτές να διεξαχθεί ο αγώνας εκτός κανόνων FISA. Οι εργοστασιακές ομάδες (Ferrari, Renault, Alfa Romeo) δεν συμμετείχαν στον αγώνα, ο οποίος αποδείχθηκε εμπορική αποτυχία. Ο Ecclestone δεν μπορούσε να στήσει πρωτάθλημα χωρίς μεγάλα ονόματα όπως αυτό της Ferrari. Από την άλλη μεριά δεν μπορούσε να υπάρξει F1 με την συμμετοχή μόνο τριών ομάδων έστω και εργοστασιακών.

Ήταν επιτακτική ανάγκη να καθίσουν οι δύο πλευρές στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Έτσι στις 4 Μαρτίου στο Παρίσι υπογράφηκε η 1η συμφωνία Concorde, μεταξύ των εμπλεκόμενων ομάδων και της FISA. Αν και οι περισσότεροι όροι της συμφωνίας παρέμειναν μυστικοί, οι γνωστοί όροι προέβλεπαν υποχρεωτική συμμετοχή όλων των ομάδων σε όλα τα επίσημα GP και μία περίοδος σταθερότητας στους κανονισμούς του αθλήματος.

Το πιο σημαντικό ίσως στοιχείο της συμφωνίας ήταν η παραχώρηση του δικαιώματος της τηλεοπτικής εκμετάλλευσης των αγώνων στον Bernie Ecclestone. Για την ιστορία τον αγώνα στη Ν. Αφρική κέρδισε ο Carlos Reutemann.

Η σεζόν ξεκίνησε επίσημα στο Long Beach των ΗΠΑ με μία…έκπληξη. Στην 1η θέση της εκκίνησης βρισκόταν μία Arrows, αυτή του Riccardo Patrese, στην παρθενική του pole position. Για την μικρή Βρετανική ομάδα αυτή θα ήταν η μοναδική pole position στην ιστορία της. Ο Ιταλός έδωσε μάχη με τον Jones και τελικά κατάφερε να κερδίσει με 0,009sec την 1η θέση του grid. Στην εκκίνηση ο Patrese κράτησε τη θέση του, παρά την επίθεση του Villeneuve, ο οποίος αν και κατάφερε να περάσει τον Ιταλό άργησε να φρενάρει στην 1η φουρκέτα και βγήκε εκτός αγωνιστικής γραμμής.

Στο μεταξύ ο Reutemann είχε περάσει τον Jones και καταδίωκε τον Patrese. Στον 25ο γύρο ο Αργεντινός κατάφερε να περάσει τον Ιταλό και πολύ σύντομα το ίδιο έπραξε και ο Jones. Ο Ιταλός αντιμετώπιζε πρόβλημα με την τροφοδοσία και εγκατέλειψε. Ο Jones κυνήγησε τον team-mate του και σύντομα ο Αργεντινός υπέπεσε σε λάθος, βγαίνοντας εκτός πίστας στα εσάκια της Pine Avenue. Ο Jones κέρδισε τον αγώνα με διαφορά +9sec. από τον Reutemann με τον Piquet στην 3η θέση 35sec. πίσω.

Ακολούθησε το GP Βραζιλίας στην πίστα Jacarepagua του Rio αντί του πιο παραδοσιακού Interlagos. Ο Piquet αγωνιζόμενος εντός έδρας βρισκόταν στην pole, έχοντας πίσω του τους Reutemann και Jones. Στον αγώνα, ο οποίος διεξήχθη υπό βροχή, οι Williams πέρασαν εύκολα τον Piquet, ο οποίος εκκίνησε με slicks και σύντομα ξεμάκρυναν από τους υπόλοιπους.

Ο Reutemann βρισκόταν μπροστά και ο Jones δεν ανησυχούσε, καθώς ήταν ο Νο 1 οδηγός της ομάδας βάση συμβολαίου. Σύντομα δώθηκε εντολή από τα pits να περάσει ο Αυστραλός μπροστά, αλλά ο Reutemann την αγνόησε και πήρε την καρό σημαία. Ο Jones ήταν τόσο έξαλλος που απείχε από την τελετή απονομής, αφήνοντας μόνους τους Reutemann και Patrese.

Η απόφαση του Reutemann να παρακούσει τις εντολές της ομάδας έφερε την ένταση ανάμεσα στους δύο οδηγούς. Αργότερα ο Carlos προσπάθησε να τα βρει με τον Alan, αλλά ο Αυστραλός ήταν ανυποχώρητος, καθώς θεωρούσε πως αν δεν άρεσε το συμβόλαιο στον Αργεντινό, δεν έπρεπε να υπογράψει.

Σειρά είχε το GP Αργεντινής με τους δύο οδηγούς της Williams να είναι ισόπαλοι με 15 βαθμούς. Ο Piquet βρισκόταν στην pole και η ομάδα του, η Brabham, βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα. Αιτία ήταν η υδροπνευματική της ανάρτηση. Οι αντίπαλες ομάδες την κατηγορούσαν ότι είχε βρεί τρόπο να μειώνει την ελάχιστη απόσταση των 6 εκ. από το έδαφος.

Ωστόσο όποτε τα μονοθέσιά της μετρούνταν στατικά, πάντα βρίσκονταν εντός κανονισμών. Ο Piquet κέρδισε με ευκολία τον αγώνα με διαφορά 26sec. από τον 2ο Reutemann, με τον Alain Prost στο πρώτο του βάθρο. Ο Jones σε έναν μέτριο γι’ αυτόν αγώνα περιορίστηκε στην 4η θέση.
Σημείωση: Στην Αργεντινή έκανε το ντεμπούτο της η Mc Laren MP4/1, το πρώτο μονοθέσιο με μονοκόκ σασί από ανθρακονήματα. Η MP4/1 έφερε την επανάσταση στον σχεδιασμό μονοθεσίων εκτοξεύοντας παράλληλα στα ύψη τα επίπεδα ακαμψίας και ασφάλειας.

Ο πρώτος αγώνας επί Ευρωπαϊκού εδάφους διεξήχθη στην πίστα Dino Ferrari στην Imola. Η Monza είχε επιστρέψει στο καλεντάρι, οπότε ο αγώνας μετονομάστηκε σε GP Αγίου Μαρίνου, παίρνοντας τ’ όνομα του από το ομώνυμο ανεξάρτητο κρατίδιο που βρίσκεται σε απόσταση 80 χλμ. από την πίστα. Στην pole βρισκόταν ο Villeneuve έχοντας πίσω του τον Reutemann, ενώ αρκετά πιο πίσω στην 8η θέση βρισκόταν ο Jones.

Οι δύο Ferrari έφυγαν καλά στην εκκίνηση, ενώ οι δύο Williams έδωσαν μάχη για την 3η θέση, με τον Jones να επιχειρεί προσπέρασμα στον Reutemann, αλλά με τον Αργεντινό να αμύνεται, με τελικό αποτέλεσμα μια ζημιά στην εμπρός πτέρυγα του Αυστραλού.

Ο τελευταίος αναγκάστηκε να μπει στα pits και σίγουρα δεν ήταν ευχαριστημένος με τον team-mate του. Ο αγώνας διεξήχθη υπό βροχή και είχε πολλές ανατροπές, ωστόσο στο τέλος ο Piquet κάνοντας ένα πολύ καλό αγώνα, νίκησε στα ίσα τον Didier Pironi και την Ferrari του κι έφυγε από την Imola με τους 9 βαθμούς. Patrese και Reutemann συμπλήρωσαν το βάθρο, με τον Jones να τερματίζει μόλις στην 12η θέση.

Σειρά είχε ο αγώνας στο Zolder, ο οποίος αμαυρώθηκε από δύο σοβαρά περιστατικά με τραυματισμούς δύο μηχανικών, το ένα θανατηφόρο. Στις δοκιμές της Παρασκευής, ένας μηχανικός της Osella σκόνταψε στο pitwall και βρέθηκε στο διάβα της Williams του Carlos Reutemann. Ο Αργεντινός δεν κατάφερε να αποφύγει τον Giovanni Amadeo, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να υποστεί κρανιακά κατάγματα. Δυστυχώς ο Ιταλός μηχανικός εξέπνευσε την Δευτέρα.

Την Κυριακή λίγο πριν τον αγώνα, οι μηχανικοί όλων των ομάδων προέβησαν σε διαμαρτυρία για τα ελλιπή μέτρα ασφαλείας, με αρκετούς οδηγούς να τους στηρίζουν σε αυτή την προσπάθεια. Ωστόσο πριν ακόμα οι οδηγοί μπουν στα μονοθέσια τους, δώθηκε σήμα για τον γύρο σχηματισμού, με αποτέλεσμα να προκληθεί αλαλούμ. Όταν τελικά κατάφεραν όλα τα μονοθέσια να λάβουν τις θέσεις τους, ελάχιστα δευτερόλεπτα πριν την εκκίνηση, ο κινητήρας της Arrows του Patrese έσβησε. Ο Ιταλός κούνησε τα χέρια του για να προειδοποιήσει τους υπόλοιπους και έγινε αντιληπτός από τον μηχανικό, Dave Luckett, ο οποίος εισήλθε στην πίστα για να εκκινήσει τον κινητήρα της Arrows.

Προφανώς η παρουσία του μηχανικού στην πίστα, δεν έγινε αντιληπτή από τον Αλυτάρχη και όσο ο πρώτος προσπαθούσε να εκκινήσει τον κινητήρα, δώθηκε το σήμα της εκκίνησης και το κακό δεν άργησε να συμβεί. Κατά ένα περίεργο παιχνίδι της μοίρας ο Luckett χτυπήθηκε από τον έτερο οδηγό της Arrows, Siegfried Stohr. O Luckett υπέστη τραυματισμούς αλλά κατάφερε να επιβιώσει. Η χαοτική ατμόσφαιρα στο Zolder συνεχίστηκε, με τον Luckett να κείτεται στο έδαφος, την ακινητοποιημένη Arrows στα δεξιά της πολύ στενής πίστας και με το ασθενοφόρο να εισέρχεται στην πίστα για να παραλάβει τον τραυματία.

Όλα αυτά συνέβαιναν με τα μονοθέσια να κινούνται κανονικά σε ρυθμό αγώνα, καθώς ο Αλυτάρχης δεν έδειξε την κόκκινη σημαία προκειμένου να τον διακόψει. Την κατάσταση πήραν στα χέρια τους οι βοηθοί πίστας, οι οποίοι με νεύματα και με κίτρινες σημαίες, έκαναν σήματα στους οδηγούς να σταματήσουν. Οι οδηγοί μπερδεμένοι με την όλη κατάσταση σταμάτησαν τα μονοθέσια τους.

Στην επανεκκίνηση ο Reutemann δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί την pole κι έχασε την θέση του από τον Pironi. Ο Jones διεκδίκησε την 3η θέση από τον Piquet και υπήρξε επαφή μεταξύ τους, με αποτέλεσμα ο Βραζιλιάνος να καταλήξει εκτός πίστας. Μερικούς γύρους αργότερα το κιβώτιο της Williams έσπασε και ο A.J. κατέληξε στις μπαριέρες με ζεματισμένο τον αριστερό του μηρό από διαρροή υγρών μέσα στο cockpit. Ο Pironi μετά την πολύ καλή του εκκίνηση είχε μέτρια απόδοση κι έχασε πολλές θέσεις, κάτι που έφερε τον Reutemann νικητή για 2η φορά στη σεζόν.

Τα γεγονότα του Βελγίου επέφεραν αλλαγές στους κανονισμούς. Πλέον θα απαγορευόταν στους μηχανικούς να βρίσκονται στο grid μετά από 15 δλπ. από την έναρξη του γύρου σχηματισμού.

Φτάνοντας στο Πριγκηπάτο ο Carlos φιγουράριζε στην 1η θέση της βαθμολογίας με 34 βαθμούς, ενώ ο A.J. είχε “κολλήσει” στους 18 εδώ και τρεις αγώνες. Στην εκκίνηση ο poleman Piquet κράτησε την 1η θέση με τους Villeneuve, Mansell, Reutemann και Jones να ακολουθούν. Με τις εγκαταλείψεις των Mansell και Reutemann στον 16ο και 34ο γύρο αντίστοιχα, ο Jones ανέβηκε στην 3η θέση και αφού πέρασε τον Villeneuve ξεκίνησε να πιέζει τον Piquet.

Στον 53o γύρο κι ενώ ο Βραζιλιάνος ετοιμαζόταν να ντουμπλάρει πιο αργά μονοθέσια, γλίστρησε στα φρένα και χτύπησε στις μπαριέρες παραδίδοντας έτσι την σκυτάλη στον A.J. Ο Αυστραλός φαινόταν να τα έχει όλα υπό έλεγχο, όμως στον 67ο γύρο μπήκε στα pits με πρόβλημα στην τροφοδοσία. Επέστρεψε γρήγορα στην πίστα, αλλά ο Villeneuve άδραξε την ευκαιρία κι άρχισε να μειώνει την διαφορά. Τέσσερις γύρους πριν το πέσιμο της καρό σημαίας, ο Villeneuve πέρασε μπροστά από τον Jones και χάρισε στην 126C την 1η της νίκη.

Σημείωση: Με την εγκατάλειψή του ο Reutemann έσπασε ένα σερί 15 αγώνων συνεχούς παρουσίας στην βαθμολογούμενη εξάδα.

Jones και Villeneuve πλάι-πλάι στους στενούς δρόμους του Πριγκηπάτου

Ο Jones είχε μειώσει τη διαφορά στους 10 βαθμούς και στην Ισπανία (Jarama) είχε την ευκαιρία να τη μειώσει ακόμη περισσότερο. Εκκίνησε από τη 2η θέση και εκμεταλλευόμενος την κακή εκκίνηση του Laffite πέρασε μπροστά. Στον 14ο γύρο, κι ενώ προηγούνταν με 10sec. έναντι του Villeneuve, βγήκε εκτός πίστας από δικό του λάθος. Κατάφερε να συνεχίσει αλλά ο αγώνας του είχε καταστραφεί. Νικητής αναδείχθηκε ο Villeneuve, με την διαφορά του από τον 5ο να διαμορφώνεται στα 1,24sec. χαρίζοντάς μας τον 2ο πιο κοντινό τερματισμό στην Ιστορία της F1.

Στο Γαλλικό GP στη Dijon, σε έναν επεισοδιακό αγώνα, που διακόπηκε λόγω βροχής για να επανεκκινήσει λίγο αργότερα, είχαμε τον 5ο διαφορετικό νικητή σε 8 αγώνες. Ο Alain Prost πήρε την 1η από τις συνολικά 51 νίκες του. Jones και Reutemann έφυγαν από την Γαλλία χωρίς βαθμούς. Ακολούθησε το Silverstone με τον John Watson να κερδίζει Grand Prix μετά από 5 χρόνια. Ήταν η 1η νίκη της Mc Laren μετά από το Ιαπωνικό GP του 1977 με νικητή τότε τον James Hunt. Ομοίως ήταν η 1η νίκη για μονοθέσιο με σασί κατασκευασμένο από ανθρακονήματα.

Ο Reutemann τερμάτισε 2ος και άνοιξε τη διαφορά του με τον Jones στους 19 βαθμούς. Ο Αυστραλός ήταν άτυχος, καθώς έπεσε πάνω στον Villeneuve, όταν ο τελευταίος έχασε τον έλεγχο της Ferrari του σε μία στροφή, αφού πρώτα πάτησε άτσαλα πάνω στο κερμπ. Αποτέλεσμα; Μηδενική συγκομιδή βαθμών για τρίτο σερί αγώνα για τον A.J.

10ος αγώνας της σεζόν στο Hockenheim, με τις Renault στην 1η σειρά της εκκίνησης και τις Williams να βρίσκονται πίσω τους. Ο Jones ήταν καταιγιστικός. Αφού εκμεταλλεύτηκε την επαφή του Piquet με τον Arnoux και την εγκατάλειψη του Pironi για να ανέβει στην 3η θέση, στη συνέχεια πίεσε και κατάφερε να περάσει τον team-mate του για την 2η θέση.

Λίγο αργότερα επέδειξε την κλάση του, όταν προσπέρασε τον Prost την ώρα που οι δυό τους ντουμπλάριζαν τον Arnoux, που βρισκόταν ένα γύρο πίσω. Δυστυχώς η αξιόλογη προσπάθεια του Jones δεν ευδοκίμησε, καθώς αντιμετώπισε πρόβλημα με την τροφοδοσία, με αποτέλεσμα να γίνει εύκολη “λεία” για τον Piquet. Ο Βραζιλιάνος πήρε τη νίκη ενώ οι Jones και Reutemann έφυγαν χωρίς βαθμούς.

Από αριστερά προς τα δεξιά: Laffite, Pironi, Jones, Piquet και Reutemann

Πίσω τους η BMW M1 Procar. Όλοι τους συμμετείχαν στο πρωτάθλημα ενιαίου το οποίο έλαβε χώρα τις χρονιές 1979-1980

Στην Αυστρία είχαμε νέο νικητή, 7ο κατά σειρά σε 11 αγώνες, τον Jacques Laffite με Ligier Matra. Ο Piquet ανέβηκε στο τρίτο σκαλί του βάθρου, με τους Jones και Reutemann να τερματίζουν στην 4η και 5η θέση αντίστοιχα. Ο A.J. είχε κατρακυλήσει στην 4η θέση της βαθμολογίας 18 βαθμούς πίσω από τον Reutemann. Ακολούθησε το Ολλανδικό GP στο Zandvoort, όπου ο Jones με την ατμοσφαιρική Williams, ήταν σε θέση να ασκεί πίεση στην υπερτροφοδοτούμενη Renault του Alain Prost, αναζητώντας συνεχώς το “κενό” που θα του επέτρεπε να περάσει μπροστά.

Δυστυχώς τα ελαστικά του Αυστραλού φθάρθηκαν γρήγορα λόγω αυτής της προσπάθειας και στους τελευταίους γύρους έχασε τη 2η θέση από τον Piquet. Ο Reutemann βρισκόταν πλέον σε δεινή θέση, καθώς η εγκατάλειψη του στον αγώνα σε συνδυασμό με την 2η θεση που πέτυχε ο Piquet, τον έφερε ισόπαλο με τον Βραζιλιάνο στους 45 βαθμούς.

Στην Monza για 6η συνεχόμενη φορά, μία Renault βρισκόταν στην pole. Στον αγώνα, όταν πλέον η κατάταξη εξομαλύνθηκε μετά την πάροδο κάποιων γύρων, οι δύο Renault βρίσκονταν μπροστά και πίσω ακολουθούσαν οι δύο Williams. Στον 12ο γύρο είχε ήδη αρχίσει να βρέχει και ο Arnoux βγήκε εκτός πίστας στην Parabolica, στην προσπάθεια του να αποφύγει ένα μονοθέσιο που είχε εγκαταλείψει στον προηγούμενο γύρο. Jones και Reutemann κέρδισαν από μία θέση και ακολουθούσαν τον πρωτοπόρο Prost.

Στον 19ο γύρο ο J. Watson βγαίνοντας από την στροφή Lesmo πάτησε με όλους τους τροχούς στο κερμπ κι έχασε τον έλεγχο, με αποτέλεσμα να χτυπήσει με το πίσω μέρος στην απέναντι μπαριέρα. Το μονοθέσιο κόπηκε στα δύο με το ρεζερβουάρ να αναφλέγεται. Ο Watson βγήκε ανέπαφος από την Mc Laren του, με την ανθρακονημάτινη MP4 να επιδεικνύει υψηλά επίπεδα ασφάλειας. Ο Reutemann προκειμένου να αποφύγει τον Watson βγήκε εκτός στο γρασίδι και έχασε την θέση του από τον Piquet. Ωστόσο στον προτελευταίο γύρο ο κινητήρας του Piquet παρέδωσε πνεύμα κι έτσι ο Reutemann ανέκτησε την 3η θέση με τον Jones 2ο και νικητή τον Prost.

Απέμεναν δύο αγώνες για την ολοκλήρωση του Πρωταθλήματος, με τον Reutemann να προηγείται με 49 βαθμούς. Ακολουθούσε ο Piquet με 46 και οι Jones-Prost ισόπαλοι με 37. Ο Jones έπρεπε να κερδίσει τους δύο αγώνες, αν ήθελε έναν δεύτερο τίτλο, ωστόσο εξέπληξε τους πάντες όταν ανακοίνωσε την απόσυρση του από την F1 στο τέλος της σεζόν.

Στον Καναδά λοιπόν σε ένα βροχερό αγώνα, ο Jones έκανε την καλύτερη δυνατή εκκίνηση από την 3η θέση του grid και πέρασε τους Reutemann και Piquet, παίρνοντας την πρωτοπορία. Ο Αυστραλός παρέμεινε επικεφαλής του αγώνα μέχρι και τον 6ο γύρο, όταν δέχθηκε προσπέρασμα διαδοχικά από τους: Piquet, Prost και Laffite σε λίγα μόλις μέτρα. Σχεδόν αμέσως την ίδια τύχη είχε και ο Piquet, ο οποίος δέχθηκε προσπέρασμα από τους δύο Γάλλους αλλά και από τον Villeneuve.

Ήταν ξεκάθαρο ότι τα ελαστικά της Michelin (Renault, Ligier, Ferrari) στο βρεγμένο υπερτερούσαν σημαντικά έναντι των Goodyear της Williams και της Brabham. Στον 12ο γύρο ο Laffite πέρασε τον Prost και 51 γύρους μετά αντίκρισε πρώτος την καρό σημαία, με τους Watson και Villeneuve να ακολουθούν. Ο A.J. άλλαξε ελαστικά μήπως και βελτιωνόταν το κράτημα της FW 07C αλλά κάτι τέτοιο δε συνέβη.

Μετά το pit-stop και αφού πλέον βρισκόταν στην προτελευταία θέση, μπήκε ξανά στα pits προκειμένου να αποσυρθεί από τον αγώνα. Για την ιστορία, ο Reutemann τερμάτισε 10ος και ο Piquet 5ος. H Wiliiams κατέκτησε το 2ο πρωτάθλημα της στους κατασκευαστές.

Εκκίνηση του Grand Prix Καναδά


(με το Νο2 ο Reutemann, με το No1 ο Jones. No5 o Piquet)

Η “αυλαία” θα έπεφτε στο Las Vegas των ΗΠΑ, σε έναν καινούριο αγώνα, το Caesars Palace Grand Prix. Οι Reutemann και Piquet ήταν οι βασικοί διεκδικητές του τίτλου, με τον Laffite επίσης να διατηρεί μαθηματικές πιθανότητες. Ο Jones από την άλλη, δεν ήταν διατεθειμένος να βοηθήσει τον team-mate του, μετά την ανυπακοή του τελευταίου στις εντολές της ομάδας, στις αρχές της σεζόν. Ο Αυστραλός αποσυρόταν από την F1 και δεν είχε να χάσει τίποτα. Στόχος του ήταν μόνο η νίκη, συνεπώς ο Reutemann έπρεπε να στηριχθεί στις δικές του δυνάμεις.

Την 1η σειρά της εκκίνησης “κλείδωσαν” οι δύο Williams, με τον Αργεντινό στην pole position. Στον αγώνα ο A.J. εκκίνησε πολύ καλά και πήρε την πρωτοπορία του αγώνα. Στον αντίποδα όλα πήγαιναν στραβά για τον Reutemann. Είχε ήδη χάσει 4 θέσεις πριν ακόμη ολοκληρωθεί ο 1ος γύρος, ενώ στον 17ο γύρο τον πέρασε και ο βασικός του αντίπαλος, ο Piquet. Ο Αργεντινός αντιμετώπιζε πρόβλημα με το κιβώτιο καθώς η 4η σχέση είχε αχρηστευθεί νωρίς. Ο ρυθμός του ήταν τόσο κακός που στην εξέλιξη του αγώνα, ο Jones του έριξε γύρο!

Ο Αυστραλός κέρδισε τον αγώνα με διαφορά +20sec από τον 2ο Prost, αποδεικνύοντας ότι μόνο τυχαία δεν ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής. Εκείνη η μέρα όμως ανήκε δικαιωματικά στον Piquet, ο οποίος τερματίζοντας 5ος και με έναν βαθμό διαφορά από τον Reutemann, ήταν παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο Αργεντινός δεν κατάφερε κάτι καλύτερο από την 8η θέση, με αποτέλεσμα να αρκεστεί στη 2η θέση της κατάταξης των οδηγών.

Grand Prix Καναδά 1981

Σύμφωνα με το βρετανικό site “driving”, η αντιπαλότητα των δύο οδηγών της Williams, συγκαταλέγεται στο top 10 αντιπαλότητας οδηγών στην F1 όλων των εποχών, με σκορ 5 στα 5, κάτι που την φέρνει ισόπαλη με αυτή των Prost-Senna, σύμφωνα πάντα με τον αρθρογράφο. Το σίγουρο είναι ότι οι δύο οδηγοί στερήθηκαν έναν πιθανό τίτλο, λόγω αυτής της αντιπαλότητας. Ο Jones δεν πέτυχε καμία pole position το 1981 και ηττήθηκε από τον Reutemann στις κατατακτήριες με σκορ 11-5, ωστόσο πέτυχε 5 ταχύτερους γύρους, τους περισσότερους από κάθε άλλον οδηγό εκείνη τη σεζόν. Το ετήσιο περιοδικό Autocourse τον ανακήρυξε ως τον Νο 1 οδηγό από το 1979 έως το 1981.

Υπόλοιπο καριέρας

Όπως αποκάλυψε ο ίδιος ο Jones σε συνέντευξή του το 2012, το 1982 βρέθηκε σε διαπραγματεύσεις με την Ferrari, μετά τον βαρύ τραυματισμό του Didier Pironi. Ο Αυστραλός εκείνη την περίοδο απολάμβανε την “συνταξιοδότησή” του και δεν ενδιαφερόταν για ένα come-back. Έτσι η Ιταλική ομάδα προτίμησε τις υπηρεσίες του Mario Andretti για δύο αγώνες. Ήταν μία κίνηση για την οποία ο A.J. μετάνοιωσε, καθώς αν είχε δεχθεί, πιθανόν η Scuderia να του προσέφερε συμβόλαιο για το 1983, χρονιά την οποία η Ιταλική ομάδα κατέκτησε το πρωτάθλημα κατασκευαστών, συνεπώς ήταν ανταγωνιστική.

Συνάμα η ηλικία του A.J. (37 ετών τότε) δεν ήταν απαγορευτική για πρωταθλητισμό. Τελικά οδήγησε στο Long Beach του 1983 για λογαριασμό της Arrows, όπου κατατάχθηκε στη 12η θέση, ξεπερνώντας την απόδοση του Marc Surer, βασικού οδηγού της ομάδας, που βρέθηκε στην 16η θέση του grid. Το 1985 ο Jones επέστρεψε στην F1 με την πρωτοεμφανιζόμενη ομάδα της Haas (καμία σχέση με την τωρινή ομάδα) για την οποία αγωνίστηκε σε τρείς αγώνες, χωρίς επιτυχία. Την επόμενη σεζόν η ομάδα επεκτάθηκε, κατεβάζοντας και δεύτερο μονοθέσιο.

Team-mate του Αυστραλού ήταν ο έμπειρος Patrick Tambay, ο οποίος είχε οδηγήσει στο παρελθόν για λογαριασμό των: Mc Laren, Ferrari και Renault. Ο Γάλλος επιβλήθηκε στον Αυστραλό με 11-5 στις κατατακτήριες, ωστόσο ο A.J. τον ξεπέρασε σε αγωνιστικό επίπεδο, καθώς συγκέντρωσε 2 περισσότερους βαθμούς, με καλύτερο τερματισμό την 4η θέση έναντι της 5ης του Tambay. Αμφότεροι οδηγοί ταλανίστηκαν από προβλήματα αξιοπιστίας με το μονοθέσιο της Haas, η οποία αποσύρθηκε από την F1 στο τέλος της σεζόν του ’86, μετά την αδυναμία της να βρει νέο χορηγό.

Ο A.J. αγωνίστηκε και σε άλλες μορφές του μηχανοκίνητου αθλητισμού, εμπλουτίζοντας το παλμαρέ του. Το 1982 αναδείχθηκε πρωταθλητής Αυστραλίας σε αγώνες μεγάλου τουρισμού, οδηγώντας μία Porsche 935. Πέτυχε 9 νίκες σε ισάριθμους αγώνες, δίνοντας μάχες με τον συμπατριώτη του Peter Brock, άσσο των touring cars στην Αυστραλία.

Εκείνη την εποχή οι δυο τους ήταν τα μεγαλύτερα ονόματα του μηχανοκίνητου αθλητισμού σε τοπικό επίπεδο. Το 1984 τερμάτισε στην 6η θέση γενικής στο Le Mans με μία Porsche 956B, ενώ την ίδια χρονιά τερματισε 4ος στον αγώνα αντοχής Bathurst 1000, στην Αυστραλία, με ένα Holden Commodore. To 1985 ξεκίνησε την πλήρη του συμμετοχή στο Αυστραλιανό Πρωτάθλημα Τουρισμού, με Alfa Romeo GTV6, αλλά δεν ολοκλήρωσε την σεζόν, λόγω της επιστροφής του στην F1. Ένα μήνα πριν την επιστροφή του στην F1 με την Haas, αντικατέστησε τον Mario Andretti σε αγώνα Indy στο Wisconsin των Η.Π.Α.

Στον μοναδικό του αγώνα σε αυτό τον θεσμό τερμάτισε 3ος, αποδεικνύοντας ότι δεν είχε χάσει την ταχύτητα, την ικανότητα και την αποφασιστικότητα, αρετές με τις οποίες αναδείχθηκε παγκόσμιος πρωταθλητής.

Εκτελώντας χρέη δημοσιογράφου με τον συμπατριώτη του Daniel Ricciardo

Το 1987 κέρδισε έναν αγώνα του All Japan Touring Car Championship με TOYOTA Supra, ενώ το 1988 τερμάτισε 3ος στον Bathurst 1000 οδηγώντας ένα Ford Sierra RS 500. Συμμετείχε από το 1990 μέχρι το 2002 στο Αυστραλιανό Πρωτάθλημα Τουρισμού, με την καλύτερη επίδοση να έρχεται το 1993 όταν τερμάτισε 2ος στους οδηγούς οδηγώντας ένα Ford Falcon. Με το ίδιο αυτοκίνητο τερμάτισε 2ος στο Bathurst 1000 το 1995.

#trending

#trending

Αξίζει να δεις
Featured

Περισσότερα νέα