Δεν έχουν τέλος οι αποκαλύψεις για τις παρατυπίες της Uber, καθώς σύμφωνα με ξένα δημοσιεύματα, η εταιρεία χρησιμοποιούσε επί σχεδόν δύο χρόνια ένα μυστικό σύστημα για την αποφυγή των ελέγχων από τις αρχές των χωρών στις οποίες δραστηριοποιείται.
Το σύστημα είχε ονομαστεί “Ripley”, από τη διάσημη ηρωίδα (Sigourney Weaver) της ταινίας “Alien” και επέτρεπε σε μια απομακρυσμένη ομάδα της εταιρείας να κλειδώνει, να καταργεί και να αλλάζει τους κωδικούς πρόσβασης σε συσκευές τις οποίες υπήρχε φόβος πως έλεγχαν οι κρατικές αρχές. Η εταιρεία φέρεται να χρησιμοποίησε το σύστημα τουλάχιστον 24 φορές από την άνοιξη του 2015 μέχρι τα τέλη του 2016, όχι όμως στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Όπως κάθε εταιρεία με γραφεία σε όλο τον κόσμο, έχουμε εφαρμόσει διαδικασίες ασφαλείας για την προστασία των εταιρειών και των πελατών μας,
Για παράδειγμα, εάν ένας υπάλληλος χάσει το φορητό υπολογιστή του, έχουμε τη δυνατότητα να αποσυνδέσουμε εξ ‘αποστάσεως από τα συστήματα της Uber για να εμποδίσουμε κάποιον άλλο να έχει πρόσβαση σε δεδομένα ιδιωτών χρηστών μέσω αυτού του φορητού υπολογιστή
δήλωσε εκπρόσωπος της Uber.
Μεταξύ μίας σειράς σκανδάλων, το 2017 αποκαλύφθηκε πως η Uber βρίσκεται στο στόχαστρο του FBI για αθέμιτες πολιτικές απέναντι στην ανταγωνίστρια Lyft, έπειτα από καταγγελίες των οδηγών. Μέσω του προγράμματος “Hell”, η Uber, που διαβεβαίωσε δημόσια πως θα συνεργαστεί με τις αμερικανικές αρχές στην έρευνα, δημιούργησε “ψεύτικους” λογαριασμούς στη Lyft την περίοδο 2014-2016, σε μία προσπάθεια να παρακολουθήσει τους οδηγούς της εταιρείας. Ένα άλλο μέρος του προγράμματος χρησιμοποιήθηκε για την αναγνώριση των οδηγών που χρησιμοποίησαν τόσο τη Lyft, όσο και την Uber. Η Uber φέρετε να αξιοποίησε τις πληροφορίες αυτές για να δελεάσει τους εν λόγω οδηγούς, να απομακρυνθούν από τη Lyft.
Επίσης, τον Μάιο του 2017, έγινε γνωστό ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης των Η.Π.Α. άνοιξε έρευνα ενάντια της Uber για χρήση του λογισμικού “Greyball”, το οποίο της επέτρεπε να παραβιάζει τις τοπικές ρυθμιστικές αρχές, σε πόλεις όπου δεν είχε άδεια λειτουργίας. Τον περασμένο Νοέμβριο αποκαλύφθηκε, επιπλέον, πως η εταιρεία κατηγορείται από τις Η.Π.Α. ότι διέθετε τμήμα αρμόδιο αποκλειστικά να “κλέβει” εμπορικά μυστικά από άλλες εταιρείες. Η “υπηρεσία” χρησιμοποιούσε εσωτερικούς διακομιστές, με τα μέλη της να επικοινωνούν και μέσω πλατφορμών ανταλλαγής μηνυμάτων που διέγραφαν αυτόματα τα μηνύματα μετά από δευτερόλεπτα.